Η αύξηση (ε) μπαίνει πριν από το θέμα στον παρατατικό και στον αόριστο
οριστικής.
π. χ. λέω → έλεγα, καταγράφω → κατέγραψα.
θέλω > ήθελα, ξέρω > ήξερα, πίνω > ήπια,
βρίσκω > έβρισκα ή ήβρα (παλιότερος τύπος)
Η αύξηση διακρίνεται σε δύο είδη: σε εξωτερική και εσωτερική. Εξωτερική είναι η αύξηση που μπαίνει στην αρχή του ρηματικού τύπου, ενώ εσωτερική στο εσωτερικό του ρηματικού τύπου των σύνθετων ρημάτων και πάντα πριν από το δεύτερο συνθετικό, π.χ. γράφω → έγραφα, ξέρω → ήξερα (εξωτερική), προβλέπω → προέβλεπα, συντάσσει → συνέτασσε (εσωτερική).
Το -ε- της αύξησης παραμένει, όταν τονίζεται, και χάνεται συνήθως, όταν δεν τονίζεται.
π.χ. έλεγα, έλεγες, αλλά λέγαμε,
προέβλεπες, αλλά προβλέπαμε.
Τα ρήματα που αρχίζουν από φωνήεν ή δίψηφο φωνήεν δεν παίρνουν αύξηση, αλλά διατηρούν το αρχικό φωνήεν ή δίψηφο, π.χ. ιδρύω → ίδρυσα, ευτυχώ → ευτύχησα.
Εξαιρούνται τα ρήματα έχω (είχα), έρχομαι (ήρθα) και είμαι (ήμουν).
Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται στους τύπους της προστακτικής, στους οποίους δεν πρέπει να βάζουμε αύξηση, καθώς μόνο η οριστική έγκλιση έχει αύξηση.
Λέμε, λοιπόν, στην προστακτική διάγραψε και όχι διέγραψε
ή επίτρεψε και όχι επέτρεψε
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου